Η ιστορία της Ελίζας που μεγαλώνει για 5 χρόνια κάτω από τις φτερούγες του στοργικού της πατέρα, κακοποιείται ψυχικά, σωματικά και σεξουαλικά για έναν χρόνο από την ίδια της τη μητέρα και πεθαίνει μόλις στην ηλικία των 6 της χρόνων.<
Η ιστορία της Ελίζας
Η ιστορία της Ελίζας ξεκινά και τελειώνει δραματικά. Μία σύγχρονη σταχτοπούτα που μεγαλώνει για 5 χρόνια κάτω από τις φτερούγες του στοργικού της πατέρα, κακοποιείται ψυχικά, σωματικά και σεξουαλικά για έναν χρόνο από την ίδια της τη μητέρα και πεθαίνει εξαντλημένη από τα μοιραία χτυπήματα μόλις στην ηλικία των 6 της χρόνων.
Η Ελίζα γεννήθηκε στις 11 Φεβρουαρίου του 1989 στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης. Είναι παιδί του κουβανού μετανάστη Gustavo και της πορτορικάνας Awilda. Γνωρίστηκαν σε ένα κέντρο αστέγων, όπου διέμενε η Awilda, ήδη μητέρα δύο παιδιών και εθισμένη στη χρήση κρακ κοκαΐνης. Ο Gustavo που εργάζονταν ως καθαριστής στο κέντρο, ανακάλυψε τον εθισμό της Awinda όταν ήταν ήδη έγκυος στο παιδί τους. Η μικρή γεννήθηκε με εθισμό και παραδόθηκε από τις αρχές στον πατέρα της για να την μεγαλώσει. Τα πέντε πρώτα χρόνια της ζωής της Ελίζας ήταν γεμάτα στοργή και αγάπη άνευ όρων.
Το 1990, ο Gustavo γράφει την Ελίζα σε προσχολικό σταθμό Μοντεσσόρι. Λίγο καιρό μετά η υγεία του κλονίζεται από ένα πρόβλημα καρδιάς. Στον δρόμο τους βρίσκεται ο Πρίγκιπας Μιχαήλ, στον οποίο απευθύνθηκε το σχολείο, ως έναν από τους Patron του. Η μικρή Ελίζα μόλις τον αντικρίζει πηδά στην αγκαλιά του και μένει εκεί για το υπόλοιπο της ημέρας και ο Πρίγκιπας Μιχαήλ ανταποκρίνεται στο αυθόρμητο αυτό κάλεσμα αγάπης προσφέροντας την πληρωμή των διδάκτρων του παιδιού στο ανεξάρτητο Brooklyn Friends School έως το τέλος της σχολικής της εκπαίδευσης.
Το 1993, ο Gustavo σχεδιάζει να εγκατασταθεί με την Ελίζα στη χώρα του, στην Κούβα. Κανονίζει όλες τις λεπτομέρειες και αγοράζει εισιτήρια για τις 26 Μαΐου 1994. Εκείνο τον Μάιο, ο Gustavo μπαίνει στο νοσοκομείο με οξύ αναπνευστικό πρόβλημα και πεθαίνει την ημέρα που θα ταξίδευε με τη μικρή του Ελίζα στην πατρίδα του.
Το δικαστικό σύστημα και οι δημόσιοι λειτουργοί στέλνουν την Ελίζα στο μαρτύριο της
Όλο το προηγούμενο διάστημα, η Awilda διεκδικεί να βλέπει την κόρη της, αν και δε σταματά ποτέ τη χρήση ναρκωτικών. Το δικαστήριο της Νέας Υόρκης ωστόσο, πείθεται ότι η μητέρα έχει σταματήσει τη χρήση των ναρκωτικών και συμφωνεί να επιστρέφει η Ελίζα στη μητέρα της για κάποιες ημέρες μέσα στον μήνα, χωρίς επίβλεψη από τις αρχές. Κάθε φορά που επιστρέφει από αυτές τις επισκέψεις, η Ελίζα είναι εμφανώς κακοποιημένη. Στο σώμα, στα γεννητικά όργανα. Φοβισμένη εμφανίζει νυχτερινή ενούρηση, ακόμη και απώλεια κοπράνων στο κρεβάτι της και αρνείται κλαίγοντας να επιστρέψει στη μητέρα της, ενώ κάθε φορά που με δικαστική εντολή αναγκάζεται να επιστρέψει σε αυτήν, με την επιστροφή της αρνείται να μπει ακόμη και σε κρεβατοκάμαρα και δείχνει εμφανώς φοβισμένη.
Με τον θάνατο του πατέρα της, το δικαστήριο αναθέτει την πλήρη κηδεμονία της Ελίζας στη μητέρα της, η οποία ζει με τον φίλο της και τα άλλα παιδιά που έχει εν τω μεταξύ γεννήσει, έξι στο σύνολο.
Την παίρνει από το ιδιωτικό σχολείο που πλήρωνε ο Πρίγκιπας Μιχαήλ, την γράφει σε ένα δημόσιο σχολείο και το μαρτύριο ξεκινά: Οι δάσκαλοι της κάθε μέρα αναφέρουν ότι το παιδί έχει παντού εκδορές και μελανιές, τα μαλλιά του φαίνονται ξεριζωμένα σε σημεία, δυσκολεύεται να περπατήσει, είναι αποτραβηγμένο από όλα τα παιδιά. Φέρει όλα τα σημάδια της κακοποίησης. Οι γείτονες αναφέρουν ότι η Ελίζα παρακαλά τη μητέρα της κλαίγοντας «Μαμά, Μαμά, σταμάτα. Σε παρακαλώ. Όχι άλλο». Δάσκαλοι και γείτονες αναφέρουν στις αρχές ότι το παιδί κακοποιείται βάναυσα, όμως κανείς δε λαμβάνει την απόφαση να το πάρει από τη μητέρα του και να το παραδώσει στη θεία της, την αδελφή του Gustavo που την διεκδικεί.
Όλο αυτό το διάστημα όλοι, ο Πρίγκιπας Μιχαήλ, η θεία της μικρής Ελίζας, οι δάσκαλοι, οι γείτονες, βασανίζονται με τη σκέψη ότι το παιδί κακοποιείται ανελέητα από την ίδια του τη μητέρα, αλλά το σύστημα κωφεύει. Η μικρή Ελίζα βρίσκεται στο κρεβάτι της νεκρή, με εγκεφαλικό υγρό να τρέχει από τη μύτη και το στόμα της, από ένα ακόμη μοιραίο χτύπημα στο κεφάλι. Εκείνη τη στιγμή τελειώνουν τα μαρτύρια της και ξυπνά το δικαστικό σύστημα της πολιτείας της Νέας Υόρκης. Ήταν 22 Νοεμβρίου 1995.
Μπροστά στο ανοικτό φέρετρο της Ελίζας, εκατοντάδες σκύβουν ηττημένοι από τη σιωπή, από την αδιαφορία ενός συστήματος που δεν μπορούσε να αφυπνιστεί, παρά τις κραυγές ενός αθώου παιδιού.
Στον τάφο αναγράφεται:
Κόσμε σε παρακαλώ, φρόντισε τα παιδιά.
Εκείνη τη στιγμή ξεκινά και η ιδέα του ΕΛΙΖΑ.
Στο "Ελίζα" θα θέλαμε κάποια μέρα να δημιουργήσουμε έναν Ξενώνα Ενδιάμεσης Φιλοξενίας για παιδιά που υποβάλλονται σε κακοποίηση, έως ότου βρεθούν με ασφάλεια στους κόλπους μιας οικογένειας. Στο "Ελίζα" θα θέλαμε αυτή η μέρα να έρθει σύντομα και ακόμη πιο σύντομα να έρθει η μέρα που θα κλείσει ο Ξενώνας, γιατί πραγματικά δε θα έχει ούτε ένα παιδί να φιλοξενήσει. Ουτοπία; Μπορεί. Όμως κανείς δεν προχωρά έχοντας το βλέμμα του στη γη. Έτσι και εμείς. Έχουμε τα πόδια μας στη γη αλλά το βλέμμα μας εκεί που θέλουμε να πάμε. Και ευχόμαστε μαζί μας να είστε όλοι εσείς.